Εβρίδες

Εβρίδες
(Ηebrides Western Islands). Νησιωτικό συγκρότημα (7.283 τ. χλμ.) της βορειοδυτικής Ευρώπης, που περιλαμβάνει περισσότερα από 50 νησιά. Οι Ε. πολιτικά ανήκουν στη Μεγάλη Βρετανία και διοικητικά στις σκοτζέζικες κομητείες Ρος και Κρομάρτι, Ίνβερνες, Άργκαϊλ. Οι Ε. έχουν τραχιά και απόκρημνη μορφή, εξαιτίας της εντατικής διάβρωσης εσωγενών παραγόντων. 0ι υγροί δυτικοί άνεμοι του Ατλαντικού, που φέρνουν άφθονες βροχοπτώσεις, πλήττουν με σφοδρότητα τα νησιά. Γεωλογικά οι Ε. αποτελούνται κυρίως από γνεύσιους (οι δυτικότερες κυρίως), σχιστόλιθους (Τζούρα και Αϊλέι) και βασαλτικά πετρώματα (Μαλ, Σκάι και Στάφα), τα οποία έχουν πολλές φορές την όψη θεαματικών βασαλτικών κιόνων. Οι Ε. διακρίνονται στις Εσωτερικές Ε. και στις Εξωτερικές Ε. Η πρώτη ομάδα (περιλαμβάνει τα νησιά Σκάι, Ραμ, Κολ, Τάιρι, Μαλ, Τζούρα, Αϊλέι κλπ.), που αποτελεί προέκταση της σκοτζέζικης ξηράς, και η δεύτερη (νησιά Λιούις και Χάρις, Νορθ Ούιστ, Σάουθ Ούιστ, Μπάρα κλπ.) χωρίζονται από ένα βαθύ τεκτονικό κοίλωμα, το οποίο, αφού καλύφθηκε αργότερα από τα νερά της θάλασσας, σχημάτισε μία σειρά βραχιόνων: το Νορθ Μιντς, το Λιτλ Μιντς, τη θάλασσα των Ε. και τη Δίοδο Μπάρα.Κατοικείται λιγότερο από το ένα πέμπτο των νησιών. Κυριότερες πλουτοπαραγωγικές πηγές είναι η αλιεία, η κτηνοτροφία (βοοειδή και προβατοειδή), η χειροτεχνία μάλλινων υφαντών (τουίντ) και η παρασκευή ουίσκι. Ένα μικρό μόνο ποσοστό απασχολείται στη γεωργία (κηπευτικά και δημητριακά), εξαιτίας της μόνιμης υγρασίας και του εν γένει βραχώδους εδάφους, που χρησιμοποιείται κυρίως για βοσκή. Σημαντικότερο κέντρο είναι η Στορνογουέι (νησί Λιούις), αλιευτικό λιμάνι με μεγάλη κίνηση. Αεροφωτογραφία του νησιώτικου συγκροτήματος των Εβρίδων της Μεγάλης Βρετανίας από δορυφόρο της ΝΑΣΑ, τον Απρίλιο του 1994. Συγκεκριμένα διακρίνεται το Λιτλ Μιντς των Εξωτερικών Εβρίδων (φωτ. NASA, earth.jsc.nasa.gov). Πλατφόρμα γεώτρησης πετρελαίου ανοιχτά των Εβρίδων, στον Ατλαντικό ωκεανό (φωτ. ΑΠΕ).

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • Εβρίδες, Νέες — Παλαιότερη ονομασία του κράτους Βανουάτου (βλ. λ.) …   Dictionary of Greek

  • Νέες Εβρίδες — (New Hebrides). Παλαιότερη, αποικιακή ονομασία αρχιπελάγους του Ειρηνικού ωκεανού, που από το 1980 έγινε ανεξάρτητο κράτος με την ονομασία Βανουάτου. Βλ. λ. Βανουάτου …   Dictionary of Greek

  • Βανουάτου — Νησιωτικό κράτος της Ωκεανίας, που αποτελείται από 80 νησιά.Νησιωτικό κράτος της Ωκεανίας, που αποτελείται από 80 νησιά.Το Β. βρίσκεται στη θαλάσσια περιοχή της Ωκεανίας, στο ΝΔ τμήμα του Ειρηνικού ωκεανού, ανατολικά της Νέας Καληδονίας και στα ¾ …   Dictionary of Greek

  • Σκοτιά — (Scotland). Περιοχή των Βρετανικών Νησιών, που περιλαμβάνει το βόρειο τμήμα του νησιού της Μεγάλης Βρετανίας και τα αρχιπελάγη των Σέτλαντ, των Ορκάδων των εξωτερικών και εσωτερικών Εβρίδων και άλλα μικρότερα. Η Σ., παλιότερη γραφή Σκωτία ,… …   Dictionary of Greek

  • μελανησιακός — ή, ό [Μελανήσιος] 1. αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στη Μελανησία, μεγάλη συστάδα νήσων τής Ωκεανίας, ή στους Μελανησίους 2. φρ. «μελανησιακή γεωγραφική φυλή» ομάδα πληθυσμών που ζουν στη Νέα Γουινέα, στο Αρχιπέλαγος Λουισιάντ, στις νήσους… …   Dictionary of Greek

  • νησιωτικός — ή, ό και νησιώτικος, η, ο (Α νησιωτικός, ή, όν) [νησιώτης] 1. αυτός που ανήκει ή αναφέρεται σε νησί ή σε νησιώτη ή που προέρχεται από νησί («νησιώτικο κρασί») 2. αυτός που αποτελείται από νησιά ή έχει πολλά νησιά (α. «νησιωτική χώρα» β. «τὰ δὲ… …   Dictionary of Greek

  • σκοτία — (Scotland). Περιοχή των Βρετανικών Νησιών, που περιλαμβάνει το βόρειο τμήμα του νησιού της Μεγάλης Βρετανίας και τα αρχιπελάγη των Σέτλαντ, των Ορκάδων των εξωτερικών και εσωτερικών Εβρίδων και άλλα μικρότερα. Η Σ., παλιότερη γραφή Σκωτία ,… …   Dictionary of Greek

  • αλγκόνκιο — Ανώτερη περίοδος του αζωικού ή αρχαϊκού αιώνα. Η ονομασία προέρχεται από τους Αλγκονκίνους, την ομάδα αυτόχθονων φυλών της Βόρειας Αμερικής. Η διάρκεια της περιόδου αυτής είναι δύσκολο να καθοριστεί. Πάντως, είναι μεγάλη, χωρίς αμφιβολία, όπως… …   Dictionary of Greek

  • αλπική ορεογένεση — Η ιστορία της εξέλιξης της Γης χαρακτηρίζεται από βίαιες εκδηλώσεις, που οφείλονται σε διάφορες αιτίες και έχουν επαναληφθεί σε διάφορες περιόδους. Κατά τη διάρκεια των εκδηλώσεων αυτών ο φλοιός της Γης παραμορφώθηκε έντονα, με αποτέλεσμα να… …   Dictionary of Greek

  • Αρόλδος — I (Harold). Εξελληνισμένο όνομα δύο βασιλιάδων της Αγγλίας. 1. Α. Α’ o Λαγοπόδαρος (Harold Harefοot, ; – 1040). Βασιλιάς της Αγγλίας (1037 40). Γιος του Κανούτου του Μεγάλου, τον οποίο διαδέχτηκε στη βασιλεία της Αγγλίας. 2. Α. Β’ (1022 – 1066).… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”